Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2018

Άγιος Αθανάσιος, ο Μέγας.

Αθανάσιος ο Μέγας: (ή άγιος Αθανάσιος, ή Αθανάσιος ο Α΄ Πατριάρχης Αλεξανδρείας). Ο «Άη Θανάσης», όπως τον αποκαλεί ο λαός, ορτάζει δύο φορές το χρόνο: Στις 18 Ιανουαρίου συνεορτάζει με τον Κύριλλο Πατριάρχη και αυτόν Αλεξανδρείας και στις 2 Μαΐου οπότε είναι η ημερομηνία κοίμησης του αγίου ή η ανοικομιδή των λειψάνων αυτού.


Γεννήθηκε μεταξύ των ετών 293 και 299, στην Αλεξάνδρεια και σύμφωνα με την παράδοση οι γονείς του ήσαν Χριστιανοί. Απεβίωσε 2 Μαΐου του 373 επίσης στην Αλεξάνδρεια.

Μαζί με τους Βασίλειο, Αντώνιο και Φώτιο αποτελούν την τετράδα των πατέρων που έχουν τον τίτλο «Μέγας».

Έλαβε μόρφωση και παιδεία θεολογική και φιλοσοφική. Κατά τη νεανική του ηλικία γνώρισε και συνασκήθηκε με τον Άγιο Αντώνιο στην έρημο και μαζί του έγραψε το έργο «Βίος και Πολιτεία…».

Όταν δε το 318 προέκυψε η αίρεση του Αρείου[1], ο οποίος αρνείτο την θεότητα του Υιού και υπεστήριζε ότι ο Υιός του Θεού ήταν «κτίσμα», ο Αθανάσιος ήτο διάκονος στην Εκκλησία της Αλεξανδρείας στην οποία αρχιεπίσκοπος ήτο ο γέρων Αλέξανδρος, ο οποίος τον είχε χειροτονήσει και τον οποίο ο Αθανάσιος συνόδευσε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας, το 325, από την οποία μεταξύ άλλων προέκυψε και το Σύμβολο της Πίστεως.

Εκεί με όπλα τη μόρφωσή του και την πίστη του ο Αθανάσιος αγωνίστηκε κατά της αιρέσεως αυτής.

Στις 17 Απριλίου 328 πέθανε ο Αλέξανδρος και στον θρόνο ανέβηκε ο Αθανάσιος, στις 8 Ιουλίου 328, με σύμφωνη γνώμη λαού και κλήρου και σε ηλικία 33 ετών, στον οποίο παρέμεινε επί 46 χρόνια μεριμνήσας για την οργάνωση της εκκλησίας.

Διωχθείς από τους οπαδούς του Αρείου και άλλους αιρετικούς εξορίστηκε πέντε φορές και τα δέκα και πλέον από τα σαράντα χρόνια της αρχιερατείας του τα πέρασε στην εξορία, μακριά από την έδρα του. Σύρθηκε από τους Αρειανούς πολλές φορές, ακόμα και με διαφόρους ψευδείς κατηγορίες, ενώπιον συνόδων και καθαιρέθηκε από επισκόπους, ακόμα και ορθοδόξους, οι οποίοι δεν αποδεχόντουσαν το «ομοούσιο». Υπέστη ταλαιπωρίες, στερήσεις, διωγμούς από αυτοκράτορες, είδε συνεργάτες του να υποκύπτουν στις πιέσεις των Αρειανών και όταν κάποια στιγμή που ολόκληρος ο χριστιανικός κόσμος φαινόταν αντίθετος προς τον Αθανάσιο, αυτός δεν ελύγισε και συνέχισε τον αγώνα του.

Παρά τις περιπέτειες και τις αντιξοότητες που αντιμετώπισε παρουσίασε πλούσιο πνευματικό και συγγραφικό έργο και δημιούργησε «σχολή» της οποίας οι οπαδοί αντλούσαν γνώσεις από τον Αθανάσιο τις οποίες δίδασκαν ή έγραφαν, επιγράφοντες το όνομα αυτού. Πολλά έργα του νοθεύτηκαν από αιρετικούς. Γενικά όμως τα συγγράματά του απέκτησαν οικουμενικό κύρος, ως περιέχοντα την αυθεντική και γνήσια χριστιανική διδασκαλία.

Αλλά και ευσεβής και ενάρετος όντας ο Αθανάσιος επιβλήθηκε ως εκκλησιαστική προσωπικότητα και η Εκκλησία τον κατέταξε στους αγίους αυτής.

Πολέμησε και μέσα από τα βιβλία του και με τη διδασκαλία του, τους Μοναρχιανούς οι οποίοι αρνούντο τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, τους Πνευματομάχους οι οποίοι αρνούντο την θεότητα του Αγίου Πνεύματος, τους Αρειανούς οι οποίοι αρνούντο την θεότητα του Υιού κ.λ.

Η «χειμωνιάτικη» γιορτή του Αγίου Αθανασίου στις 18 Ιανουαρίου, είναι από τις σημαντικότερες γιορτές σ’ όλη την Ελλάδα, όπου υπάρχει ναός του, σε νεκροταφεία (επειδή το όνομά του Α-θανάσιος είναι το αντίθετο του θανάτου), εξωκλήσια κ.λ. Είναι γνωστή η παροιμία που λέει: «Είναι για τον Άη Θανάση» δηλ. είναι ετοιμοθάνατος, είναι για το νεκροταφείο. Κυρίως σε εξωκλήσια γίνεται η «καλοκαιρινή» ή «Μαγιάτικη» γιορτή του Αγίου Αθανασίου και συνδυάζεται με τη μνήμη των νεκρών.

Απολυτίκιο (Ἦχος γ’): Στῦλος γέγονας Ὀρθοδοξίας,/ θείοις δόγμασιν ὑποστηρίζων/ τὴν Ἐκκλησίαν, ἱεράρχα Ἀθανάσιε·/ τῷ γὰρ Πατρὶ τὸν Υἱὸν ὁμοούσιον/ ἀνακηρύξας κατῄσχυνας Ἄρειον./ Πάτερ Ὅσιε./ Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε,/ δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Στην Επαρχία Καλαβρύτων, όπως πρόχειρα από το «Ιστορικό Λεξικό της επαρχίας Καλαβρύτων» συνέλεξα, υπάρχουν οι εξής αναφορές σε τοπωνύμια και σε εκκλησίες ή εξωκλήσια:

Άγ. Αθανάσιος: βουνό κερυνιτικό πάνω από την Παλαιά ή Άνω Βυσωκά. Αγ. Αθανασίου βουνό: τοπωνύμιο (τπν.) τοπ. διαμερ. Αγριδίου Αροανίας. Άγιος Αθανάσιος: το βουνό Κάκκαβος στην Κερπινή και Γουμένιτσα, τπν. Κερτέζης, τπν. στους Λαπαναγούς απ’ όπου οι Έλληνες κυλούσαν πέτρες κατά των Τούρκων στη μάχη της Καυκαριάς το 1827, τπν. τ. δ. Βυσωκά, τπν. τ. δ. Δεμεστίχων, ο Άγιος Αθανάσιος πάνω από το χωριό Μαμαλούκα, τπν. (βουνό) Σκουπίου, τπν. Ακράτας, Αλέσταινας, Άνω Κλειτορίας (Καρνεσίου), Βερσοβά, Κόκοβας, Κρινοφύτων, Λαπαναγών, Σοπωτού, Στρέζοβας, τ. δ. Αγριδίου Αροανίας, τ.δ. Αγίου Νικολάου Κλειτορίας. Άγιος Αθανάσιος: θέση μεταξύ Σοπωτού και Χόβολης, οπου εφονεύθησαν οι διερχόμενοι απ’ εκεί αγάδες Ασήμ και Ομέρ υπό του εκ Μοστιτσίου Κίσου Αθαν. Άγιος Αθανάσιος Λύκαινας: τπν. τοπ. διαμερ. Μεσορρουγίου. Άγιος Αθανάσιος: κοινότητας Φιλίων Καλαβρύτων.

Ναοί και εξωκλήσια: Στην Αγία Βαρβάρα, στον Άγιο Νικόλαο, στο Αγρίδι Σοπωτού, στην Αράχωβα ή Ράχωβα, στον Άρμπουνα, στο χωριό Βερσοβά, στα Δουμενά, στην Άνω Ζαχλωρού, στο Ζευγολατιό (Ελίκης), στο Καθολικό κοντά στην Κερνίτσα, στα Καλάβρυτα, στην Καλάνιστρα όπου και Σύλλογος «Ο Άγιος Αθανάσιος», στους Καμενιάνους, στο Καρνέσι, στην Κερέσοβα, στην Κερπινή, στην Κλαπατσούνα, στην Κόκοβα, στην Κούτελη, στο Λιβάδι Λειβαρτζίου, στη Λυκούρια, στο Μάνεσι, στον Πύργο Ακράτας, στους Ρωγούς, στη Σελιάνα, στη Συλίβαινα, στο Σοπωτό, στο Τσορωτά (μετόχι Αγ. Λαύρας), στα Σουδενά, στο Μέγα Αμπέλι της Αγίας Λαύρας, στα Φίλια, στα Χαλκιάνικα και ίσως αλλού που διέφυγε της προσοχής μου.

Μονή: Αγίου Αθανασίου Φιλίων.
———————————————————————

[1] Ό Άρειος, γεννήθηκε περίπου 256 και πέθανε το 336 στην Κωνσταντινούπολη πιθανόν από δηλητηρίαση που του προξένησαν οι εχθροί του. Ήταν Λίβυος στην καταγωγή και πρεσβύτερος στην εκκλησία της Αλεξάνδρειας. Οι αιρετικές του θέσεις ονομάσθηκαν «Αρειανισμός» και η διδασκαλία του καταδικάστηκε από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο.

Πηγή: //gerbesi.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου